Τέλος έδωσε στα όποια σενάρια μη αύξησης του Φ.Π.Α. ο Υπουργός Οικονομικών με την απάντησή του στην επιστολή των 28 ιδιοκτητών καταστημάτων εστίασης που τον προέτρεπαν να μην ενεργοποιηθούν τα νέα μέτρα για την αύξηση του Φ.Π.Α.. Η απάντηση του Υπουργού έχει ως εξής:
«Διάβασα με προσοχή την επιστολή που μου απηύθυναν οργανωμένες εταιρίες και αλυσίδες καταστημάτων που λειτουργούν στον χώρο της εστίασης και θα θεωρούσα χρήσιμη μια συνάντηση μαζί τους προκειμένου να συζητήσουμε θέματα που σχετίζονται με τη λειτουργία της αγοράς και την είσπραξη και απόδοση του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.
Στον χώρο της εστίασης λειτουργούν περίπου 200.000 επιχειρήσεις και ένα μικρό σχετικά ποσοστό αυτών έχουν οργανωμένο λογιστήριο, τυποποιημένες τιμές και δίνουν τη δυνατότητα να ελέγχεται με πολύ μεγάλη ευκολία η είσπραξη και απόδοση του ΦΠΑ. Έχω πει κατ’ επανάληψη ότι δεν πρέπει να κινείται σε τόσο υψηλό επίπεδο ο ΦΠΑ σε υπηρεσίες τέτοιου τύπου. Βρήκα, όμως, και είμαι υποχρεωμένος να εφαρμόσω ένα μέτρο που είχε συμφωνηθεί τον Μάιο, προκειμένου να μην αυξηθεί ο ΦΠΑ στα τρόφιμα και άλλα είδη λαϊκής κατανάλωσης που κινούνται στον χαμηλό συντελεστή του 6,5%.
Είπα, επίσης, ότι είναι πολύ δύσκολο αμέσως τώρα να βρεθεί μέτρο ισοδύναμου αποτελέσματος, που να αποδίδει περίπου 800 εκ. ευρώ το χρόνο, εφόσον διατηρήσαμε το καθεστώς της επιστροφής του φόρου λόγω αποδείξεων και εφόσον δεν εξομοιώθηκε η φορολογική επιβάρυνση επί του πετρελαίου θέρμανσης και του πετρελαίου κίνησης. Και είπα ότι ένα από τα πρώτα θέματα που συζητούνται στο πλαίσιο της διαβούλευσης για το νέο Εθνικό Φορολογικό Σύστημα είναι αυτό.
Όμως, καμιά συζήτηση για συντελεστές δεν έχει νόημα, αν δεν συμφωνήσουμε πρώτα για το πώς θα λειτουργεί ο μηχανισμός είσπραξης, πώς δηλαδή θα περιοριστεί η φοροδιαφυγή και η παραοικονομία, η οποία διαβρώνει όλες τις προσπάθειές της χώρας και αναπαράγει μία μεγάλη αδικία σε βάρος όσων είναι συνεπείς γιατί δεν μπορούν ή δεν θέλουν να φοροδιαφύγουν».
«Διάβασα με προσοχή την επιστολή που μου απηύθυναν οργανωμένες εταιρίες και αλυσίδες καταστημάτων που λειτουργούν στον χώρο της εστίασης και θα θεωρούσα χρήσιμη μια συνάντηση μαζί τους προκειμένου να συζητήσουμε θέματα που σχετίζονται με τη λειτουργία της αγοράς και την είσπραξη και απόδοση του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.
Στον χώρο της εστίασης λειτουργούν περίπου 200.000 επιχειρήσεις και ένα μικρό σχετικά ποσοστό αυτών έχουν οργανωμένο λογιστήριο, τυποποιημένες τιμές και δίνουν τη δυνατότητα να ελέγχεται με πολύ μεγάλη ευκολία η είσπραξη και απόδοση του ΦΠΑ. Έχω πει κατ’ επανάληψη ότι δεν πρέπει να κινείται σε τόσο υψηλό επίπεδο ο ΦΠΑ σε υπηρεσίες τέτοιου τύπου. Βρήκα, όμως, και είμαι υποχρεωμένος να εφαρμόσω ένα μέτρο που είχε συμφωνηθεί τον Μάιο, προκειμένου να μην αυξηθεί ο ΦΠΑ στα τρόφιμα και άλλα είδη λαϊκής κατανάλωσης που κινούνται στον χαμηλό συντελεστή του 6,5%.
Είπα, επίσης, ότι είναι πολύ δύσκολο αμέσως τώρα να βρεθεί μέτρο ισοδύναμου αποτελέσματος, που να αποδίδει περίπου 800 εκ. ευρώ το χρόνο, εφόσον διατηρήσαμε το καθεστώς της επιστροφής του φόρου λόγω αποδείξεων και εφόσον δεν εξομοιώθηκε η φορολογική επιβάρυνση επί του πετρελαίου θέρμανσης και του πετρελαίου κίνησης. Και είπα ότι ένα από τα πρώτα θέματα που συζητούνται στο πλαίσιο της διαβούλευσης για το νέο Εθνικό Φορολογικό Σύστημα είναι αυτό.
Όμως, καμιά συζήτηση για συντελεστές δεν έχει νόημα, αν δεν συμφωνήσουμε πρώτα για το πώς θα λειτουργεί ο μηχανισμός είσπραξης, πώς δηλαδή θα περιοριστεί η φοροδιαφυγή και η παραοικονομία, η οποία διαβρώνει όλες τις προσπάθειές της χώρας και αναπαράγει μία μεγάλη αδικία σε βάρος όσων είναι συνεπείς γιατί δεν μπορούν ή δεν θέλουν να φοροδιαφύγουν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου